ON-LINE ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ

Υπερσιβηρικός σιδηρόδρομος

Ο χρυσός δακτύλιος της Ρωσίας είναι μια αλυσίδα από μικρές πόλεις, τις παλαιότερες ιστορικά στην περιοχή, οι οποίες εκτείνονται βορειοανατολικά της Μόσχας.
Πρόκειται για μια συλλογή αξιόλογων δειγμάτων της ρωσικής αρχιτεκτονικής της μεσαιωνικής Ρωσίας σε ένα αξεπέραστης ομορφιάς φυσικό τοπίο - ένα σύνολο που δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη να νιώσει την ζωή της επαρχιακής Ρωσίας και να διεισδύσει στην ιστορία της.
 
 
Οι σημαντικότερες πόλεις του δακτυλίου είναι οι:
ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ
ΣΟΥΖΝΤΑΛ
ΣΕΡΓΙΕB ΠΟΣΑΝΤ (πρώην ΖΑΓΚΟΡΣΚ)
ΚΟΣΤΡΟΜΑ
ΠΕΡΕΣΛΑΒΛ-ΖΑΛΕΣΣΚΙ
ΓΙΑΡΟΣΛΑΒΛ
ΡΟΣΤΟΒ ΒΕΛΙΚΙ
Είναι όλες στολισμένες με υπέροχες εκκλησίες, μοναστήρια και δείγματα παραδοσιακής ρωσικής ξύλινης αρχιτεκτονικής.
 
ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΔΑΚΤΥΛΙΟΥ


ΣΕΡΓΙΕΒ ΠΟΣΑΝΤ



Το Σέργκιεβ Ποσάντ βρίσκεται σε απόσταση 70 χλμ από την Μόσχα. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα θησαυροφυλάκια της ρωσικής τέχνης. Το μουσείο φιλοξενείται στην μονή (Λαύρα) Αγίας Τριάδος - Αγίου Σεργίου η οποία ιδρύθηκε από τον Σέργιο του Ραντόνεζ το 1340 και η οποία έμελλε να γίνει η πλουσιότερη μονή της Ρωσικής επικράτειας. Το αρχιτεκτονικό συγκρότημα της μονής περιλαμβάνει 50 κτίρια κατασκευασμένα από τεχνίτες της γύρω περιοχής. Από το 1993 η μονή συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο Παγκόσμιας Καλλιτεχνικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ. Το μουσείο ιδρύθηκε το 1920 και αρχικά περιελάμβανε τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της μονής. Ανάμεσά τους βρίσκονται δώρα από βασιλείς, τσάρους, πρίγκιπες, άρχοντες, πνευματικούς και απλούς ανθρώπους αλλά και έργα κατασκευασμένα στα εργαστήρια της μονής. Έτσι σήμερα μπορεί να δει ο επισκέπτης ένα πλήθος δειγμάτων της παλιορωσικής ζωγραφικής και εφαρμοσμένων τεχνών των 14ου - 17ου αι., μοναστηριακά βιβλία του 17ου αι. κ.α. Σήμερα στις συλλογές του μουσείου συμπεριλαμβάνονται 120 χιλιάδες εκθέματα: εικόνες, χειρόγραφα, βιβλία, ενδύματα, εκκλησιαστικά σκεύη, έργα τέχνης, κ.α.

 

ΒΛΑΝΤΙΜΗΡ (182 χλμ από Μόσχα)

 

 

Το Βλαδίμηρ έχει μια ιστορία μιας χιλιετηρίδας. Ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα του Κιέβου Βλαδίμηρο, στην ψηλή όχθη του ποταμού Κλιασμά στα τέλη του 10ου αι. Στην αρχή του 12ου αι. η πόλη περιτειχίσθηκε από τον πρίγκιπα Βλαδίμηρο τον Μονομάχο και στα μέσα του 12ου αι. έγινε η πρωτεύουσα του πριγκιπάτου του Βλαδίμηρ - Σούζνταλ και της Βόρειο-ανατολικής Ρωσίας.
Τα μνημεία του 12ου αι. από λευκή πέτρα - η Χρυσή Πύλη, ο καθεδρικός, η βασιλική και οι μοναστηριακές εκκλησίες δίνουν ιδιαίτερα αξία σ αυτή την πόλη που αποτελεί την γέφυρα μεταξύ του Κιέβου και της μελλοντικής πρωτεύουσας της Ρωσίας, της Μόσχας. Ο νεότερος αδερφός του Αντρέι Μπογκολιούμποφ Βσέβολοντ πρόσθεσε με τα έργα του μεγαλείο στην πόλη: έκτισε το Κρεμλίνο με τον καθεδρικό ναό του Αγίου Δημητρίου, το μοναστήρι της Γεννήσεως με τον καθεδρικό από λευκή πέτρα, το μοναστήρι της Πριγκίπισσας και το ιερότερο των μνημείων του πριγκιπάτου - τον καθεδρικό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Η μογγολική εισβολή (13ος αι.) ανέκοψε την πορεία της πόλης: έπαψαν να κτίζονται πέτρινα κτίρια, πολλά επαγγέλματα ξεχάστηκαν, η πόλη παρήκμασε. Μετά την ανάπτυξη της Μόσχας, το Βλαδίμηρ υποτάχθηκε στην νέα πρωτεύουσα. Στην αλλαγή του 16ου αι. επανήλθαν οι πέτρινες κατασκευές. Αυτή η περίοδος αντιπροσωπεύεται από μια από τις πιο ποιητικές κατασκευές - τον καθεδρικό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και το μοναστήρι της Πριγκίπισσας. Κατά τον 16ο - 18ο αι. η πόλη διευρύνθηκε, νέοι οικισμοί εμφανίστηκαν γύρω από το παλιό τείχος. Τον 17ο αι. χτίστηκε ο ναός της Παναγίας και τον 18 ο αι. κατασκευάστηκε ένας μεγάλος αριθμός από πέτρινες εκκλησίες , οι οποίες αντικατέστησαν τις ξύλινες.
Το 1778 ορίστηκε η Επαρχεία του Βλαντίμηρ με πρωτεύουσα την πόλη. Το 1785 - 1790 χτίστηκε το διοικητήριο και στην κεντρική οδό της πόλης εμφανίστηκαν μια σειρά από ιδιόκτητα πέτρινα κτίρια. Δίπλα στην Χρυσή Πύλη χτίστηκε το Ταχυδρομείο. Στα ανατολικά σύνορα της πόλης χτίστηκε το νοσοκομείο, μπροστά από το Διοικητήριο το Κλαμπ της Αριστοκρατίας και το Κλασικό σχολείο αρρένων και δίπλα από τον καθεδρικό του Αγίου Δημητρίου η κατοικία του Διοικητή. Σταδιακά το Βλαδίμηρ μετατρεπόταν σε μια ωραία πόλη χωρίς να χάνει παράλληλα και τον ιστορικό της χαρακτήρα.
Το 1860 κατασκευάστηκε το σύστημα ύδρευσης, 10 1887 εμφανίστηκε το τηλέφωνο, το 1909 ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και το 1838 η οδός που σύνδεσε την Μόσχα με το Νίζνι Νόβγκοροντ. Το 1861 ο δρόμος αυτός περνούσε από το Βλαδίμηρ. Στο τέλος του 19ου - αρχή του 20ου αι. στην πόλη χτίστηκαν μια σειρά από ενδιαφέροντα κτίρια: 1893-εκκλησία του Μιχαήλ Αγγέλου, 1896-τράπεζα, 1901-ιστορικό μουσείο, 1905 κλαμπ της πόλης, 1907 - τεχνική σχολή, 1907-Δημαρχείο, 1916-η εκκλησία της Αγίας Τριάδας των παλαιοημερολογιτών.
Ο 20ος αι. άλλαξε δραματικά την όψη της πόλης το 1930 χτίστηκαν τα πρώτα εργοστάσια, χημικό και κατασκευής μηχανημάτων (τρακτέρ, ηλεκτρικών κινητήρων, ηλεκτρικών συσκευών, ανταλλακτικών αυτοκινήτων). Μετά τον πόλεμο στην πόλη εμφανίστηκαν λεωφορεία και τρόλεϊ. Η πόλη συνέχισε να μεγαλώνει και σήμερα αριθμεί 340 χιλ. κατοίκους. Εξακολουθεί να είναι το κέντρο της περιοχής, έχει δυο πανεπιστήμια, ένα θέατρο και ένα θέατρο μαριονέτας, ένα μέγαρο συναυλιών. Το πιο σημαντικό πολιτιστικό ίδρυμα της πόλης είναι το μουσείο Βλαδίμηρ-Σούζνταλ, με δύο θυγατρικά μουσεία στο Σούζνταλ και στο Γκους-Χρουστάλνι. Αξιοθέατα: Η Χρυσή Πύλη / Ο Ναός της Αγίας Τριάδας / Το υδραγωγείο / Ο καθεδρικός ναός της κοιμήσεως της Θεοτόκου / Ο καθεδρικός του Αγ. Δημητρίου / Το κτίριο του Κυβερνείου / Το κτίριο του Ιστορικού Μουσείου / Η οικία Στολέτωφ / Ο καθεδρικός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο μοναστήρι της Πριγκίπισσας

 


ΣΟΥΖΝΤΑΛ (203 χλμ από Μόσχα)

 

 

Η πρώτη αναφορά στο Σούζνταλ γίνεται σε ένα χρονικό του 1024 σε σχέση με την εξέγερση των αγροτών. Στην αλλαγή του 12ου αι. ένα οχυρό (κρεμλίνο) χτίστηκε στην όχθη του ποταμού Καμένκα. Ο ποταμός προστάτευε την πόλη από τα δυτικά και από τα ανατολικά ανοίχθηκε μια βαθιά τάφρος. Τα ανατολικά αναχώματα με τα ξύλινα τείχη και τους πύργους κατασκευάστηκαν επίσης για προστασία. Μέρος της οχύρωσης σώζεται μέχρι σήμερα και αποτελεί ένα από τα αξιοθέατα της πόλης.
Ο παλιός καθεδρικός της Κοιμήσεως κατασκευάστηκε μέσα στο οχυρό από μαστόρους του πρίγκιπα του Κιέβου Βλαδίμηρου του Μονομάχου στα τέλη του 11ου αρχές του 12ου αι. Την ίδια εποχή ιδρύθηκε στα δυτικά του οχυρού το πρώτο μοναστήρι της πόλης, το μοναστήρι του Αγ. Δημητρίου. Στα ανατολικά της πόλης άρχισε να επεκτείνεται ο οικισμός (ποσάντ) όπου κατοικούσαν οι μαστόροι και οι έμποροι. Ο οικισμός επίσης οχυρώθηκε. Όλα τα κύρια μέρη της παλιάς πόλης (το οχυρό, ο οικισμός και τα μοναστήρια) είναι πολύ καλά διατηρημένα. Το Σούζνταλ είναι μια από τις ελάχιστες πόλεις στην Ρωσία που κατάφεραν να διατηρήσουν τον παλιό χαρακτήρα τους.
Στα 1222-1225 χτίστηκε μέσα στο οχυρό, κοντά στον καθεδρικό της Κοιμήσεως, ο οποίος κατέρρευσε ο ναός της Γέννησης της Παρθένου. Ο ναός είναι το παλαιότερο διατηρημένο μνημείο της πόλης από μια σειρά κτιρίων της αρχιτεκτονικής με λευκή πέτρα των 12ου - 13ου αι. Η άνθιση της Τέχνης και του πολιτισμού στην βορειο-ανατολική Ρωσία στην αρχή του 13ου αι. διεκόπη από την εισβολή των Μογγολο - Τατάρων οι οποίοι έκαψαν την πόλη το 1238. Κατά τον 14ο αι. αναπτύσσεται το πριγκιπάτο του Σούζνταλ και Νίζνι Νόβγκοροντ. Οι πρίγκιπες του Σούζνταλ έκοβαν το δικό τους νόμισμα, πράγμα που δείχνει την μεγάλη πολιτική και οικονομική τους δύναμη. Κατά τον 14ο αι. ιδρύθηκαν δυο νέα μοναστήρια , του Σωτήρος (1352) και της Μεσιτείας της Παρθένου (1364). Αργότερα, κατά τον 15ο και 16ο αι. μια σειρά από πέτρινα κτίρια προστέθηκαν σ αυτά τα μοναστήρια. Κατά το τέλος του 15ου αι. το Σούζνταλ έχασε την ανεξαρτησία του και υποτάχθηκε στην Μόσχα. Από τα μέσα του 14ου αι. ως τον 18ο αι. υπήρξε το κέντρο της αρχιεπισκοπής και το οχυρό έγινε ο τόπος διαμονής των αρχιεπισκόπων.
Το 1719 η πόλη καταστράφηκε από πυρκαγιά. Όλες οι ξύλινες εκκλησίες που κάηκαν αντικαταστάθηκαν από πέτρινες. Μετά το τέλος του 18ου αι. η εκκλησιαστική ζωή στο Σούζνταλ αρχίζει να φθίνει. Η αρχιεπισκοπή μεταφέρεται στο Βλαδίμηρ και η πόλη μετετράπη σε περιφερειακή πόλη του Κυβερνείου του Βλαδίμηρ. Η ζωή στην πόλη συνέχισε να κυλά αργά, μακριά από την βιομηχανική ανάπτυξη. Στα μέσα του 19ου αι. κατασκευάστηκε ο σιδηρόδρομος Μόσχα - Νίζνι Νόβγκοροντ, ο οποίος όμως δεν πέρασε από το Σούζνταλ αλλά από το Βλαδίμηρ. Αντικειμενικά αυτή η εξέλιξη συνέβαλε στην διατήρηση των μνημείων της παλαιάς ρωσικής αρχιτεκτονικής της πόλης. Ούτε κατά την σοβιετική περίοδο δεν αναπτύχθηκε βιομηχανικά η πόλη. Έτσι όπως και πριν αποτελεί τουριστικό πόλο έλξης λόγω των αρχιτεκτονικών μνημείων της. Πρόκειται ουσιαστικά για μια πόλη μουσείο. Τα μνημεία της - το οχυρό (κρεμλίνο), το μοναστήρι του Σωτήρος και του Αγ. Ευθυμίου και το μουσείο ξύλινης αρχιτεκτονικής - ανήκουν στο μουσείο του Βλαδίμηρ - Σούζνταλ.
Αξιοθέατα: Το οχυρό (κρεμλίνο) / Ο καθεδρικός της Γέννησης της Παρθένου / Η κατοικία του αρχιεπισκόπου / Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου / Το μοναστήρι του Σωτήρος και του Αγ. Ευθυμίου / Το μουσείο ξύλινης αρχιτεκτονικής και αγροτικής ζωής.

 


ΓΚΟΥΣ - ΧΡΟΥΣΤΑΛΝΙ

Η πόλη οφείλει την ύπαρξή της στο εργοστάσια υαλοποιίας, το οποίο ιδρύθηκε εδώ το 1756, στις όχθες του ποταμού Γκους στην περιοχή Μεσχόρα, από τον έμπορο Ακίμ Μαλτζόφ. Για 150 χρόνια το εργοστάσιο παρέμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειας Μαλτζόφ, οι οποίοι είχαν πάρει τίτλους ευγενείας χάρη στα επιτεύγματά τους στον τομέα της βιομηχανίας. Ο οικισμός του Γκους - Χρουστάλνι, ονομάστηκε πόλη το 1931.
Ο οικισμός του δεύτερου μισού του 19ου και των αρχών του 20ου αι. αποτελούμενος από τις εργοστασιακές εγκαταστάσεις, τους δρόμους και τα κτίρια της κοινότητας - αποτελεί το παλιό τμήμα της πόλης. Αρχικά όλος ο οικισμός βρισκόταν σε μια όχθη του ποταμού Γκους, ο οποίος αποξηράθηκε και στην θέση του κατασκευάστηκε μια λίμνη, η οποία χωρίζει την πόλη σε δύο τμήματα - το βόρειο και το νότιο.
Το εργοστάσιο γυαλιού (κρυστάλλου), ένα κλωστήριο και ένα υφαντουργείο βρίσκονται στο παλιό, νότιο τμήμα της πόλης. Σ αυτό το τμήμα της πόλης βρίσκονται επίσης οι κατοικίες των Μάλτζοφ - καθεμία για δυο οικογένειες- καθώς και μεγάλα διώροφα και τριώροφα κτίρια για τους εργάτες του εργοστασίου,. Επίσης οι εκκλησία των Αγ. Ιωακείμ και ʼννης (1916), το παντοπωλείο και τα καταστήματα. Το πέτρινο διώροφο νοσοκομείο βρίσκεται εδώ από το 1855 και ο ναός της Αγίας Βαρβάρας (1882 - 1885) διατηρήθηκε στο νότιο άκρο του οικισμού. Ένα ακόμη τμήμα στα βόρεια του οικισμού προστέθηκε στα τέλη του 19ου αι. Και εδώ υπάρχουν ξύλινες κατοικίες, καθώς επίσης ο υπέροχος ναός του Αγ. Γεωργίου (κατασκευάστηκε το 1892-1903 σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα και διδάκτορα της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Μόσχας Λεόντι Μπενουά), ένα πτωχοκομείο, ένα πρεσβυτέριο και ένα ενοριακό σχολείο. Ο ναός στεγάζει σήμερα το «μουσείο του κρυστάλλου», τμήμα του μουσείου του Βλαδίμηρ-Σούζνταλ.

 



ΜΠΟΓΚΟΛΙΟΥΜΠΒΟ

Χωριό χτισμένο στην όχθη του (πρώην) ποταμού Κλιάσμα, 14 χλμ ανατολικά του Βλαδίμηρ. Ιδρύθηκε στα μέσα του 12ου αι. από τον πρίγκιπα Αντρέι Μπογκολιούμποφ σαν βασιλική κατοικία, έξω από την πόλη Βλαδίμηρ. Αναφέρεται σαν πόλη στον κατάλογο των πόλεων της Ρωσίας μόλις τον 14ο αι. Αποτελούνταν από το νότιο - βασιλικό τμήμα, με τον καθεδρικό ναό από λευκή πέτρα και τον περίβολο και από το βόρειο τμήμα, όπου κατοικούσαν οι απλοί πολίτες.
Από το τέλος του 12ου αι. στην θέση της παλιάς βασιλικής κατοικίας βρισκόταν ένα μοναστήρι. Αργότερα η πόλη του μετετράπη σε χωριό, πάνω στον εμπορικό και ταχυδρομικό δρόμο Μόσχας - Νίζνι Νόβγκοροντ. Μετά το 1917 το χωρίο αποτέλεσε μέρος της Επαρχίας του Βλαδίμηρ. Από το 1945 - κέντρο της περιοχής του Βλαδίμηρ. Στις 9 Μαρτίου του 1960 έγινε προάστιο. Από το 1965 ανήκει στην περιοχή του Σούζνταλ. Ο πληθυσμός του είναι 4,5 χιλ. κάτοικοι.
Αξιοθέατα: Κατοικία του πρίγκιπα Αντρέι Μπογκολιούμποφ / Ο ναός της Μεσιτείας της Παρθένου στον ποταμό Νερλ

 



ΚΟΣΤΡΟΜΑ (372 χλμ από Μόσχα)

Πρόκειται για μια από τις παλαιότερες και ωραιότερες πόλεις, την οποία ίδρυσε ο Γιούρι Ντολγκορούκι το 1152.
Σύμφωνα με την παράδοση ένας πρόγονος της οικογένειας Γκοντουνόφ, ένας Τάταρος ονόματι Χετ, απεσταλμένος του Χάνου για να επιβλέπει την περιοχή αρρώστησε στην Καστρομά. Τότε εμφανίστηκαν στον ύπνο του δυο άγιοι και του υποσχέθηκαν ότι θα γίνει καλά αν ασπαστεί τον χριστιανισμό. Έτσι βαφτίστηκε χριστιανός και κατόπιν ίδρυσε τη μονή Αγίου Ιπατίεβσκι, όπως ήταν το όνομα του ενός από τους δύο αγίους που εμφανίστηκαν στο όνειρό του. Το 1600 ο Γκοντουνόφ εξόρισε τον Φιόντορ Νικίτιτς Ρομανόφ, κεφαλή της οικογένειας των Ρομανόφ στην μονή αυτή. Ο γιος του Μιχαήλ βρισκόταν εκεί όταν εξελέγη Τσάρος. Η μονή είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα της αρχιτεκτονικής των 16ου - 17ου αι. και σήμερα λειτουργεί σαν μουσείο και σαν ιερό.
Ιδιαίτερο χρώμα στην γραφική πόλη προσθέτουν οι πολλές μικρές εκκλησίες της, οι οποίες είναι γνωστές για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο και ιδιαίτερα τις νωπογραφίες τους. Ο ναός της Αναστάσεως που χρονολογείται από τον 17ο αι. έχει ένα μοναδικό τέμπλο. Ο καθεδρικός της μονής Επιφανίων είναι γνωστός για την εικόνα της Αγίας παρθένου Θεοδώρας, η οποία πιστεύεται ότι είναι θαυματουργή.

 



ΓΙΑΡΟΣΛΑΒΛ

Το 1010, ο Γιαροσλάβ (ο Σοφός), γιος του πρίγκιπα του Κιέβου Βλαδίμηρου θεμελίωσε ένα οχυρό στο σημείο όπου ο ποταμός Κοτορόσλ συναντά τον ποταμό Βόλγα και του έδωσε το όνομά του. Σύμφωνα με την ιστορία μια ομάδα ειδωλολατρών εγκαταστάθηκε στην περιοχή αυτή, η οποία ονομαζόταν Μεντβέζι Ούγκολ (γωνιά της Αρκούδας). Οι κάτοικοι ασχολούνταν με το κυνήγι και το ψάρεμα. Ο Πρίγκιπας Γιαροσλάβ σκότωσε το ιερό τους ζώο, την αρκούδα και τους υπέταξε. Ο μύθος αυτός δίνει την δική του εξήγηση για το σύμβολο της πόλης, μια αρκούδα που στέκεται και κρατά στο αριστερό πόδι ένα τσεκούρι.
 

Γλώσσα: Greek

Ok
Επιλέξτε
X